«Ριζοσπαστικοποιήσεις» και «ισλαμοφοβία»: ο βασιλιάς είναι γυμνός

του Ζιλ Κεπέλ

Μια από τις παράπλευρες απώλειες των τρομοκρατικών επιθέσεων του 2015 ήταν το γαλλικό πανεπιστήμιο. Ενώ οι ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες είναι οι πρώτες τη τάξει υπεύθυνες να ερμηνεύσουν το φαινόμενο της τρομοκρατίας που, στα πλαίσια μιας άνευ προηγουμένου εξάπλωσης, χτύπησε και τη Γαλλία, η πανεπιστημιακή κοινότητα μοιάζει ανίκανη να στοχαστεί πάνω στον τζιχαντισμό. Η αδυναμία αυτή εξηγείται πρώτον από αυτήν την προκλητική πολιτική κατάργησης της έρευνας πάνω στον αραβο-μουσουλμανικό κόσμο, χαρακτηριστικότερο παράδειγμα της οποίας υπήρξε το κλείσιμο του σχετικού προγράμματος της Ανώτατης Σχολής Πολιτικών Επιστημών (της SciencesPo) τον Δεκέμβριο του 2010, την ίδια στιγμή όπου ο Μοαμέντ Μπουαζιζί (Mohamed Bouazizi) γινόταν παρανάλωμα του πυρός στο Σιντί Μπουζίντ της Τυνησίας[1]. Εξαλείφονται έτσι ολόκληρα γνωστικά πεδία και ιδιαίτερα η δυνατότητα των νέων ερευνητών να διαβάζουν στο αραβικό πρωτότυπο τα κείμενα της σαλαφιστικής και τζιχαντιστικής προπαγάνδας. Όμως, η αδυναμία ερμηνευτικής ανάλυσης που προαναφέραμε, εξηγείται επίσης, από μια ιδεολογικού τύπου απαγόρευση: μεταξύ της σφύρας της «ριζοσπαστικοποίησης» και του άκμονος της «ισλαμοφοβίας», έγινε μεμιάς εξαιρετικά δύσκολο να στοχαστεί κανείς πάνω στην πολιτιστική πρόκληση που μας θέτει η τζιχαντιστική τρομοκρατία, ως μάχη στο εσωτερικό του Ισλάμ, τη στιγμή μάλιστα που αυτό το τελευταίο βρίσκεται σε διαδικασία αφομοίωσης από την γαλλική κοινωνία.

«Ριζοσπαστικοποίηση» και «ισλαμοφοβία» είναι δυο λέξεις που προκαλούν σύγχυση στην ανθρωπολογική έρευνα. Η πρώτη μετατρέπει σε κάτι το αφηρημένο ένα φαινόμενο πάνω στο οποίο απαγορεύεται πλέον να στοχαστείς, έστω και με συγκριτικό τρόπο. Από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες και την Action Directe ως το Ισλαμικό Κράτος, και από την ομάδα Μπάαντερ-Μάινχοφ ως την ομάδα του Κουλιμπαλί ή του Αμπααούντ, πρόκειται πάντοτε για τον ίδιο «ριζοσπαστισμό», που μέχρι χθες είχε χρώμα κόκκινο, ενώ σήμερα ενδύεται το πράσινο του Ισλάμ. Για ποιον λόγο, λοιπόν, να μελετάμε το φαινόμενο, να καθόμαστε να μαθαίνουμε δύσκολες γλώσσες και να κάνουμε επιτόπια έρευνα στις «σκληρές» γειτονιές όπου ο σαλαφισμός προελαύνει τα τελευταία 30 χρόνια, εφόσον γνωρίζουμε ήδη την απάντηση; Πρόκειται για μια θεωρητική τοποθέτηση που γνωρίζει μια ιδιαίτερη και καταστροφική επιτυχία, καθώς καθησυχάζει το μηντιακο-πολιτικό κατεστημένο, επιτρέποντάς του να εμμένει στις αυτοκτονικές του βεβαιότητες, προϊόν όλες τους της άγνοιας της κοινωνικής πραγματικότητας αλλά και της διανοητική έπαρση που το διακρίνουν. Τούτη η προσπάθεια αποδόμησης της έννοιας του τζιχαντισμού και αντικατάστασής της από την πιο αφηρημένη έννοια της «ριζοσπαστικοποίησης» -επικεφαλής της οποίας είναι ο Ολιβιέ Ρουά (Olivier Roy) με το περίφημο σλόγκαν περί «Ισλαμοποίησης του ριζοσπαστισμού»- οφείλεται στον φόβο της «ισλαμοφοβίας»: Η κριτική ανάλυση του Ισλάμ αποτελεί για τους νέους ιεροεξεταστές haram– «αμαρτία και απαγόρευση». Τρανό παράδειγμα ο αναθεματισμός του Καμέλ Νταούντ (Kamel Daoud) από ένα εξοργισμένο πλήθος ερευνητών -τους οποίους υποστήριξε και ο ίδιος ο πολύς Ολιβιέ Ρουά- με αφορμή την τοποθέτηση του αλγερινού συγγραφέα πάνω στο ζήτημα των σεξουαλικών επιθέσεων στην Κολονία[2].

Η έκθεση που δημοσίευσε προσφάτως ο διευθυντής του γαλλικού Εθνικού Κέντρου Ερευνών (CNRS) υπό τον τίτλο «Έρευνες πάνω στις ριζοσπαστικοποιήσεις» εντάσσεται στην ίδια λογική. Μάταια περιμέναμε, εκ μέρους ενός τέτοιας εμβέλειας επιστημονικού οργανισμού, έναν στοιχειώδη έστω ορισμό των χρησιμοποιούμενων όρων. Η ιδέα περί «ριζοσπαστικοποιήσεων» ανάγεται σε αξίωμα και αποτελεί ταυτόχρονα σημείο αφετηριακό και σημείο κατάληξης μιας σειράς δημοσιεύσεων, οι συντάκτες των οποίων καθόλου δεν κρύβουν τις ιδεολογικές τους καταβολές, όπως φαίνεται αν κάνει κανείς απλώς τον κόπο να ανατρέξει στις βιβλιογραφικές τους αναφορές. Ο Εμίλ Ντυρκέμ, παντελώς απών από μια γαλλική κοινωνιολογική έρευνα της οποίας υπήρξε, ωστόσο, ο ιδρυτής, αναγνώριζε ως απαραίτητο χαρακτηριστικό μιας επιστημονικής μεθόδου την ικανότητά της να διακρίνει τις χρησιμοποιούμενες έννοιες από τις «προ-ιδέες (prénotions). Χαρακτηρίζει δε αυτές τις τελευταίες ως «χονδροειδή είδη εννοιών», που καμώνονται πως διαυγάζουν τα κοινωνικά φαινόμενα, αλλά στην πραγματικότητα τα συσκοτίζουν, καθώς αποτελούν, αποκλειστικά, προϊόντα γνώμης και όχι καρπό επιστημονικής έρευνας. Επομένως, η μέχρις εξαντλήσεως χρήση της ιδέας περί «ριζοσπαστικοποιήσεων» (με τη χρήση πληθυντικού να ενισχύει τον εσκεμμένα αφηρημένο χαρακτήρα της έννοιας) είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα χρήσης των «προ-ιδεών» για τις οποίες μιλούσε ο Ντυρκέμ, από εκείνους μάλιστα που αποτελούν τους ανάξιους και μακρινούς κληρονόμους της σκέψης του.

Η συγκεκριμένη δε προ-ιδέα προέρχεται από την Αμερική. Χρησιμοποιήθηκε ευρέως μετά την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 από αυτούς που πίστευαν πως μας βοηθά να φωτίσουμε τις διαδοχικές ρήξεις ενός «ριζοσπαστικοποιημένου» ατόμου με τις κανονικότητες της κυρίαρχης κοινωνικότητας. Οι αναλύσεις αυτές εκκινούν από το ίδιο βασικό φιλελεύθερο αξίωμα: Το ανθρώπινο ον είναι ένα ον αφηρημένο, χωρίς ιδιότητες, ένα άτομο «αποδεσμευμένο» από κάθε παρελθόν και οποιονδήποτε κοινωνικό δεσμό. Το αρχικό επιστημονικό ερώτημα έχει τη σφραγίδα της αμερικάνικης ρασιοναλιστικής παράδοσης: Για ποιον λόγο ένα τέτοιο άτομο αποφασίζει να σκοτώσει και να σκοτωθεί; Δεν επιθυμεί, άραγε, να ζήσει το αμερικανικό όνειρο; Η αναζήτηση μιας απάντησης εναποτίθεται ευθύς εξαρχής σε μια βιογραφικού τύπου ανάλυση του μελετούμενου ατόμου. Υποθέτουμε ότι βίωσε μια αρχική ρήξη (εξευτελισμός, ρατσισμός, απόρριψη κ.ο.κ.) η οποία και πυροδότησε την «ριζοσπαστικοποίηση» και τον συνεπακόλουθο εκτροχιασμό του. Η εξέγερση, λοιπόν, μοιάζει, κατά κάποιον τρόπο, ν’ ανέμενε από καιρό την ιδεολογική της διαμόρφωση.

Για να λύσει το αίνιγμα, η ανάλυση στρέφεται προς τον ρόλο της «προσφοράς». Και στο σημείο ακριβώς αυτό συναντώνται τα αξιώματα του κοινωνιολογικού μεθοδολογικού ατομικισμού[3] με τα αρχεία υπόπτων της αστυνομίας. Πράγματι, την εν λόγω «προσφορά» φαίνεται ν’ αντιπροσωπεύουν περίπλοκοι «πυρήνες στρατολόγησης» καθοδηγούμενοι από «χαρισματικούς ηγέτες» των οποίων η ικανότητα βασίζεται σ’ ένα επιδέξιο παιχνίδι θρησκευτικών παρακινήσεων, πολιτικών αναλύσεων και υποσχέσεων για έναν μεταθανάτιο Παράδεισο. Εντασσόμενο ξανά σε ένα σύνολο, το άτομο υιοθετεί σταδιακά τους τρόπους σκέψης και δράσης που του προτείνονται, ώσπου, τελικά, είναι έτοιμο να περάσει στην πράξη. Έχει, με άλλα λόγια, «ριζοσπαστικοποιηθεί». Η συχνή χρήση όρων όπως «αιρετική εκτροπή» ή «θρησκευτικός προσηλυτισμός» (ακόμα και στις περιπτώσεις που το εν λόγω άτομο είναι ήδη μουσουλμάνος) εγγράφει το φαινόμενο σε μια συνεχή παράλογη ακολουθία, συνδέοντας έτσι τον Αμπααούντ με τον «πλανητικό Μεσσία» Ζιλμπέρ Μπουρντέν[4]. Κι έτσι τα εύσημα όλων των ερευνών που προωθούνται από τις αμερικάνικες αρχές, φαίνεται να πηγαίνουν στα think tanks της Ουάσινγκτον, κανένα μέλος των οποίων δεν γνωρίζει γρι αραβικά, ούτε έχει συναντήσει ποτέ στη ζωή του πραγματικούς σαλαφιστές.

Από την αντίπερα ακτή του Ατλαντικού λοιπόν ορμώμενο το περίφημο ζεύγος «ριζοσπαστικοποίηση-ισλαμοφοβία» υιοθετήθηκε βιαστικά από ένα κομμάτι της γαλλικής πανεπιστημιακής έρευνας γενικών καθηκόντων, η οποία επίσης αγνοεί την αραβική γλώσσα. Έτσι καθίσταται αδύνατον να στοχαστεί κανείς πάνω στους τρόπους με τους οποίους ο τζιχαντισμός ωφελείται από τη σαλαφιστική δυναμική που διαμορφώθηκε στην Μέση Ανατολή και συνιστά αξιακή ρήξη με τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Η επίκληση της «ισλαμοφοβίας» απλώς ενδυναμώνει τούτο τον διανοητικό εγκλεισμό: στόχος της είναι, βασικά, να αμφισβητήσει την «λευκή νεο-αποικιοκρατική» κουλτούρα και τις σχέσεις της με τον Άλλο την οποία θεωρεί πηγή ενός υποτιθέμενου ριζοσπαστισμού- χωρίς να εξετάζει, ταυτοχρόνως, τον ιδεολογικό ρόλο του ίδιου του Ισλάμ. Συμπληρώνει, έτσι, κατά παράδοξο τρόπο, την προσπάθεια αποδόμησης του δημοκρατικού πολιτεύματος (République) από πλευράς σαλαφιστών, βαδίζοντας χέρι-χέρι με τους Indigènes de la République[5], υπό τις ευλογίες των τσαρλατάνων των «μεταποικιοκρατικών σπουδών» -άλλης μιας ιδεολογικής απάτης που, αφού πρώτα καθαίμαξε τα αμερικανικά πανεπιστήμια μετατρέποντας την άγνοια σε αρετή, έρχεται τώρα να μολύνει την Ευρώπη.

Ποια είναι λοιπόν η εναλλακτική απέναντι στην πρόκληση του τζιχαντισμού που έσπειρε τον τρόμο στη Γαλλία; Πρώτη προτεραιότητα είναι η σοβαρή επανέναρξη της μελέτης του αραβικού κόσμου και της αραβικής γλώσσας. Τα ημίμετρα που φαίνεται να λαμβάνει το Υπουργείο Παιδείας, το οποίο μόλις εξήγγειλε την δημιουργία κάποιων θέσεων με αντικείμενο την «ανάλυση των ριζοσπαστικοποιήσεων» (κυριαρχεί, απ’ ό,τι φαίνεται, κι εκεί η ιδεολογία που εδώ καταγγέλουμε!) και τις «σπάνιες γλώσσες» (υπόψιν ότι τα αραβικά έχουν εκατομμύρια ομιλητές!) συνιστούν επιφανειακή και πρόχειρη αντιμετώπιση του προβλήματος. Όμως και μόνο διαβάζοντας τα κείμενα και πραγματοποιώντας έρευνες πεδίου μιλώντας τις τοπικές γλώσσες, μπορούμε να διαυγάσουμε τα γεγονότα των περασμένων δεκαετιών, να κατανοήσουμε με ποιον τρόπο εξελίχθηκαν οι διάφορες μεταλλάξεις του τζιχαντισμού, από την αμερικανο-σαουδική κήρυξη της τζιχάντ κατά την σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν το 1979 ως την διακήρυξη ίδρυσης του χαλιφάτου του Ισλαμικού Κράτους στη Μοσούλη το 2014, καθώς και ποιες οι σχέσεις του τζιχαντισμού αυτού, καταρχήν με το Ισλάμ στη Γαλλία και κατόπιν με το γαλλικό Ισλάμ. Μόνον έτσι θα επισημανθούν οι αρμοί αυτών των εξελίξεων, όπως το 2005 όταν ο Αμπού Μουσάμπ αλ-Σουρί δημοσίευσε το «Κάλεσμα σε παγκόσμια ισλαμική αντίσταση» στο οποίο η Ευρώπη, ως μαλακό υπογάστριο της Δύσης, ανακηρύσσεται σε κατεξοχήν στόχο της παγκόσμιας τζιχάντ. Το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς, η σημαντική συμμετοχή παιδιών μουσουλμάνων μεταναστών στα μεγάλα επεισόδια που έλαβαν χώρα στα προάστια επέτρεψε την ανάδυση μιας μικρής -πλην όμως ορατής και δραστήριας- μειοψηφίας σαλαφιστών που κηρύττει την αποδοκιμασία (al baraa) των αξιών της «άπιστης» Δύσης και την αποκλειστική πίστη (al wala) στους πιο συντηρητικούς σαουδάραβες ουλεμάδες. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε ν’ αναλύσουμε τους τρόπους με τους οποίους συντελέστηκε η μετάβαση από αυτού του είδους τον σαλαφισμό στην αιματηρή τζιχάντ, η οποία εφαρμόζει στην πράξη τη ρητή διαταγή που θεωρεί «θεμιτό» (halal) το αίμα των αποστατών, των απίστων και των Εβραίων.

Από τη στιγμή, λοιπόν, που θα έχουμε ως στόχο τα παραπάνω, κάθε τομέας έρευνας μπορεί να προσφέρει, με την  προϋπόθεση, βεβαίως, ν’ ανατρέχει στις αρχικές πηγές κι όχι ν’ αναμασά τα λήμματα της Βικιπέδια και τα άρθρα των εφημερίδων. Οι μελετητές των ανατολικών πολιτισμών, του Μεσαίωνα, της νεώτερης ιστορίας, οι κοινωνιολόγοι, οι ψυχολόγοι και οι γιατροί, οι ιστορικοί, οι ανθρωπολόγοι, αλλά και οι ειδικοί της πληροφορικής έχουν μπροστά τους ένα γιγαντιαίο έργο, που δεν αφορά αποκλειστικά τη μελέτη των εχθρών της κοινωνίας που αιματοκύλησαν τη Γαλλία, αλλά και την μελέτη της ίδιας της κοινωνίας της οποίας τα ελαττώματα επέτρεψαν σ’ αυτούς να παρεισφρήσουν και να απλώσουν τις ρίζες τους. Ώρα επιτέλους να ξεμπερδεύουμε με την παροιμιώδη αυτήν άγνοια που μολύνει τα πνεύματα και παίζει το παιχνίδι του Ισλαμικού Κράτους.

* Αναδημοσίευση από το Gilles Kepel, «“Radicalisations” et “islamophobie”: le roi est nu», εφημερίδα Libération, 14/3/2016.

[1] Σ.τ.μ.: Ο Μοαμέντ (Ταρέκ) Μπουαζιζί ήταν ο τυνήσιος πλανόδιος πωλητής που αποπειράθηκε ν’ αυτοκτονήσει αυτοπυρπολούμενος δημόσια μετά από επανειλημμένη κατάσχεση του κάρου και της ζυγαριάς του από τις αστυνομικές αρχές του Σιντί Μπουαζίντ στις 17 Δεκεμβρίου του 2010. Ο Μπουαζιζί υπέκυψε στα τραύματά του δύο εβδομάδες αργότερα. Ωστόσο η υπόθεσή του έλαβε συμβολικό χαρακτήρα κι ως δείγμα της απόγνωσης που γενούσε η βία κι η αυθαιρεσία του καθεστώτος Μπεν Αλί αποτέλεσε τη θρυαλλίδα που οδήγησε στην εξέγερση ενάντια στον δικτάτορα και, στη συνέχεια, στα υπόλοιπα κινήματα της λεγόμενης Αραβικής Άνοιξης.

[2] Σ.τ.μ.: Ο αλγερινός λογοτέχνης Καμέλ Νταούντ σε άρθρο του στην εφημερίδα La Repubblica -που αναδημοσιεύτηκε στη συνέχεια στον Le Monde– υποστήριξε πως το γνωστό περιστατικό της μαζικής σεξουαλικής παρενόχλησης γυναικών από -κατά την πλειοψηφία τους- άραβες άνδρες στην Κολονία υπήρξε δείγμα της «άρρωστης σχέσης που έχει ο αραβικός κόσμος με τη γυναίκα, το σώμα και τη σεξουαλική επιθυμία». Όπως ήταν αναμενόμενο η άποψή του αυτή επέσυρε τη μήνιν μιας σειράς διδακτορικών και μεταδιδακτορικών φοιτητών -μεταξύ των οποίων και κάποιοι καθηγητές- οι οποίοι τον κατήγγειλαν με συλλογικό τους άρθρο στον Le Monde για «ανακύκλωση των πιο ξεπερασμένων οριενταλιστικών κλισέ», «ισλαμοφοβία», «αποικιοκρατικό πατερναλισμό», «αντιανθρωπισμό» και για το ότι παίζει το παιχνίδι του Pegida. Μετά από αυτήν την επίθεση ο Νταούντ -που είναι κυνηγημένος στη χώρα του από φανατικούς ισλαμιστές (καθώς υπάρχει εναντίον του φετφάς από το 2014)- υποστήριξε πως εγκαταλείπει οριστικά την αρθρογραφία, μιας και η κατηγορία περί «ισλαμοφοβίας» χρησιμοποιείται πλέον ως ιεροεξεταστικό εργαλείο. Με ένα γελοίο του άρθρο σχετικά με τη διένεξη ο Ο. Ρουά ουσιαστικά δικαίωσε τους ακαδημαϊκούς αναθεματιστές, υποστηρίζοντας πως ο ματσισμός και το φαινόμενο της σεξουαλικής παενόχλησης υφίστανται παντού στον κόσμο. Το να περιορίζουμε, συνεπώς, τη σχετική συζήτηση στον αραβικό κόσμο είναι δείγμα δυτικού ρατσισμού.

[3] Σ.τ.μ.: Δηλαδή της -φιλελεύθερης κατά βάση- προσέγγισης που αναγνωρίζει μόνο ατομικά αίτια στα εκάστοτε κοινωνικά φαινόμενα και περιστατικά.

[4] Σ.τ.μ.: Απατεώνας, ηγέτης της παραθρησκευτικής σέχτας του Ωμισμού.

[5] Σ.τ.μ.: «Ιθαγενείς της Δημοκρατίας». Οργάνωση που με πρόσχημα τον αντι-αποικιοκρατικό αγώνα, εκφράζει συχνά ρατσιστικό, ομοφοβικό και κομινοταριστικό λόγο.

This entry was posted in Κείμενα. Bookmark the permalink.

8 Responses to «Ριζοσπαστικοποιήσεις» και «ισλαμοφοβία»: ο βασιλιάς είναι γυμνός

  1. Ο/Η georgeP. λέει:

    Βέβαια σε μια χίπστερ κοινωνία που τείνει να κάνει πράξη(όσο μπορεί) το φιλελεύθερο αξίωμα:»Το ανθρώπινο ον είναι ένα ον αφηρημένο, χωρίς ιδιότητες, ένα άτομο «αποδεσμευμένο» από κάθε παρελθόν και οποιονδήποτε κοινωνικό δεσμό.», μήπως έχει πλέον κάποια σχέση με την πραγματικότητα η φιλελεύθερη ανάλυση; Ή την απορρίπτουμε λέγοντας ότι ακόμα και η αποξένωση ή διαδικασία προσωποποίησης είναι δυνατές μόνο μέσα στις κοινωνίες τις οποίες ζούμε, άρα κονωνικά φαινόμενα; Τέλος ένα σχόλιο για Μπέρνι(αν έχετε γνώση) και σε ποια αριστερά ανήκει, με άλλα λόγια είναι χιπστεράς κι αυτός; Γιατί διαβάζω διθυράμβους σε διάφορα αριστερά σάιτ…..https://www.facebook.com/PoliticalDoubts/videos/1022319077861862/

  2. Ο/Η Αναρχικός πολεμιστής κοινωνικής δικαιοσύνης λέει:

    Το ότι οι μουσουλμάνοι είναι θύματα του ιμπεριαλισμού το ξεχάσαμε έτσι? Και φυσικά ξεχνάμε και την ταξική θέση του μετανάστη και έτσι καταλήγουμε σε ίσες αποστάσεις. Μην ξεχάσετε την επόμενη φορά να ανεβάσετε κάποιο άρθρο που να μιλάει για «τα δύο άκρα», κομμουνισμός και φασισμός. Ξέρετε εσείς, όπως κάνουν όλοι οι φιλελεύθεροι ακροδεξιοί. Και το ότι είστε ακροδεξιοί φασίστες που το παίζουν ελευθεριακοί αυτό φαίνεται ξεκάθαρα και από το βιντεάκι του follower σας από πάνω… το πρόβλημα λοιπόν είναι το πολιτικά ορθό που δεν μας επιτρέπει να βρίζουμε τους μετανάστες και της γης τους κολασμένους δίχως ποινικές ευθύνες! Μπράβο μάγκες! Το τέλος της πολιτικής ορθότητας και των SJWs θα σημάνει και ελευθερία! Λίγο Χρυσή Αυγή μου θυμίζει αυτό. Αλλά τί περιμένει κανείς από τον ακροδεξιό και ρατσιστή Καστοριάδη και τους ακόλουθούς του!

    Κάτω τα χέρια από τους μουσουλμάνους και τους μετανάστες

    • Ο/Η blackboy1955 λέει:

      «Το ότι οι μουσουλμάνοι είναι θύματα του ιμπεριαλισμού το ξεχάσαμε έτσι?»
      Εννοείς π.χ. τους μουσουλμάνους της Σαουδικής Αραβίας;

      «Και φυσικά ξεχνάμε και την ταξική θέση του μετανάστη»
      Η ταξική θέση του μετανάστη στη χώρα υποδοχής είναι στο προλεταριάτο και στη μικροαστική τάξη. Στη χώρα προέλευσης όταν επενδύει ή επιστρέφει σε ποιά τάξη ανήκει;

      Δεν είναι όλοι οι μουσουλμάνοι ίδιοι. Δεν είναι όλοι οι μετανάστες ίδιοι.

    • Ο/Η georgeP. λέει:

      Πως γίνεται μια καταπιεζόμενη κοινότητα και πανταχόθεν βαλλόμενη να συνεχίζει να αυξάνεται;(http://www.iefimerida.gr/news/200237/ragdaies-allages-sto-thriskeytiko-harti-toy-planiti-ti-tha-allaxei-mehri-2050-eikones!) Μάλλον οι καταπιεστές- ιμπεριαλιστές δυτικοί δεν κάνουν σωστά τη δουλειά που τους έχεις αποδώσει. Και πως έφτασαν τόσοι Αφρικανοί και απω Ανατολίτες να ασπάζονται τον ισλαμισμό; Είδαν το φως το αληθινό ή γλυκάθηκαν από δώρα φερόμενα από τους ήδη μουσουλμάνους; Βέβαια, αυτό δεν αναιρεί τις όποιες ευθύνες της δύσης στο να περιπλέξει ή να εκμεταλλευτεί το εκεί μπάχαλο,αλλά ο επεκτατισμός και ο ρατσισμός πια δεν είναι προνόμιο της Δύσης μόνο… Κι ας κάνουμε μια υπόθεση: πες ότι εξαφανίζεις μονομιάς τη Δύση. Πιστεύεις ότι η μουσουλμανική κοινότητα θα φέρει τηnελευθερία, ειρήνη και ισότητα στον παγκόσμιο πληθυσμό; Αν ναι που το βασίζεις; Όταν είσαι έτοιμος να θυσιαστείς για τους μουσουλμάνους, με ποια λογικά επιχειρήματα βρίζεις το δικό μας παπαδαριό(που όλο και μειώνεται ο πληθυσμός που το ακολουθεί πιστά); Όσον αφορά το βίντεο προφανώς χρησιμοποιεί την υπερβολή, αλλά δείχνει την προέκταση της εμμονικής ενασχόλησης χισπετροαριστεροδεξιάς με τις ταυτοτικές μειονότητες εν έτει 2016, όταν στις δυτικές κοινωνίες ενσωματώνονται όλο και πιο πολύ. Και δεν θα μπορούσε να γίνεται διαφορετικά: μια κοινωνία που την ενδιαφέρει η κατανάλωση δεν την συμφέρει να αποκλείει ομάδες. Αλλά το ερώτημα είναι ενσωματώνονται που; Μάλλον σε μια κοινωνία ήδη θρυμματισμένη, κι αν ιδιοι ή όσοι ασχολούνται μονοθεματικά με αυτό δεν θίγουν το ευρύτερο ζήτημα της κοινωνικής θέσμισης και δικαιοσύνης, μου φαίνονται μύωπες τουλάχιστον. Όπου γίνονται αναίτιες επιθέσεις σε τέτοια άτομα πρέπει να καταγγέλονται και να καταδικάζονται. Αξιοπερίεργο μου φαίνεται πάντως, ότι ασχολείστε μόνο με μειονότητες σε μια εποχή που και η πλειοψηφία δυσανασχετεί και ασφυκτιά, μια πλειοψηφία την οποία βλέπεις μάλλον ως μικροαστική, σεξιστική, ρατσιστική. Την σπρώχνετε ουσιαστικά με τη στάση σας,σε μια στάση αμυντική και άρα πιο κοντά στη συντηρητική δεξιά.

  3. Ο/Η Michaeil Theodosiadis λέει:

    Μερικές σκέψεις αναφορικά με το άρθρο καθώς και το από πάνω σχόλιο

    Κατ’ αρχάς, παρότι συμφωνώ με την κριτική στα εγκλήματα των δυνάμεων του δυτικού μπλοκ, την ίδια στιγμή αυτό δεν πρέπει να μας ωθεί να ενστερνιστούμε τα επιχειρήματα των τριτοκοσμιστών, ότι δηλαδή ευθύνη για όλες τις τραγωδίες στην Μέση Ανατολή έχουν αποκλειστικά και μόνο οι δυτικοί. Δηλαδή για τα σπίτια που βομβαρδίστηκαν στη Συρία από τα καθεστωτικά αεροπλάνα φταίει ο Κάμερον και ο Ομπάμα; Ή μήπως θεωρεί κανείς τον Άσσαντ, τον Καντάφι και τον Πούτιν κομμάτι του δυτικού ιμπεριαλισμού; Επιπλέον, από τη στιγμή που αναδύονται αντι-αποικιοκρατικά κινήματα, και άρα αυτό σημαίνει ότι οι λαοί πλέον μπορούν να ορίζουν τις τύχες τους δίχως εξωτερικούς παράγοντες, αλλά αυτά τα κινήματα καταλήγουν σε δικτατορίες τις οποίες οι ίδιοι ανέχονται, αυτό σημαίνει ΝΑΙ πως και οι ίδιοι έχουν ένα ποσοστό ευθύνης. Ίσως το μικρότερο, αλλά και πάλι δεν είναι μηδενική η ευθύνη τους. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι οι λαοί αυτοί αποτελούν μια ζωή τα θύματα της ιστορίας, πραγματικά πρέπει να αναρωτηθούμε κάποτε για το μερίδιο ευθύνης του θύματος εν γένει. Βρίσκω πως η άποψη πως ο φτωχός και ο υπόδουλος είναι άμοιροι ευθυνών, πολύ απλουστευτική, και δεν μπορούμε να μην σκεφτόμαστε καν το μερίδιο ευθύνης του ίδιου του θύματος, στο φόβο μήπως οι αριστεροί και οι αναρχικοί μας αποκαλέσουν «ισαποστασίτες». Εγώ λέω πως και οι υπόδουλοι φταίνε που δεν υπερβαίνουν την υποταγή τους με συνανθρωπιά. Η λογική που λέει πως για όλα φταίει ο δυνατός απλά επιβεβαιώνει την κυριαρχία του δεύτερου. Ο Χομπς επάνω στην λογική του θύματος εδραίωσε τον Λεβιάθαν. Όταν λοιπόν αναγνωρίσουμε πως και οι αδύνατοι έχουμε ευθύνες είναι το πρώτο βήμα για να ανακτήσουμε δύναμη. Αυτό τουλάχιστον μας διδάσκει η φιλοσοφία του Μακιαβέλλι http://www.respublica.gr/2016/03/column/thoughtsonmachavelli/

    Τέλος πάντων, δεν νομίζω μέχρι στιγμής ότι στις συζητήσεις αυτού του ιστολογίου κανείς μιλά κανείς για «δύο άκρα». Οι μόνοι που βλέπουν «ισαποστασίτες» και «φασίστες» εκεί που δεν υπάρχουν είναι οι διάφοροι τριτοκοσμιστές (αναρχικοί, αριστεροί, ανεξαρτήτως πώς αυτοί αυτοπροσδιορίζονται) και οι politically correct πολυπολιτισμίτες. Αλλά εκεί όμως που έρχεται η καυτή πατάτα, στο ότι ο φιλελευθερισμός βασιλεύει με τα «δικαιώματα των μειονοτικών», πάντα οι τριτοκοσμιστές κρατάνε ουδέτερη στάση και διαφωνούν με όποιον προσπαθεί να τους πει κάτι. Και μάλιστα διαφωνούν χωρίς επιχειρήματα, προβάλλοντας έναν ψευδοηθικισμό για να μειώσουν τη θέση του αντιπάλου και να τον μετατρέψουν σε σάκο του μποξ. Δηλαδή, αν υποθέσουμε ότι η φιλελεύθερη αυτοκρατορία βασίζεται πάνω σε δύο πυλώνες, την Αγορά και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, τότε φτάνουν στο σημείο να κρατάνε «ίσες αποστάσεις» όταν πρέπει να διαλέξουν αν θα πρέπει να θυσιάσουν την πολιτική ορθότητα προκειμένου να έρθουν σε ρήξη με το δόγμα των αγορών και της κεφαλαιοκρατίας. Και αυτό γιατί τους βολεύει μια χαρά αυτό το καθεστώς επειδή εμπεριέχει αυτό που πασχίζουν να επιβάλουν στον κόσμο, την απόλυτη συμμόρφωση της κοινωνίας στην πολυπολιτισμικότητα, το melting pot και τον φιλελεύθερο αντιρατσισμό. Ιδού τα ταμπού της σημερινής κοινωνίας που αυτοί αναπαράγουν συνέχεια και ασταμάτητα και οπουδήποτε και οποιοσδήποτε τολμήσει να ασκήσει κριτική στην φιλελεύθερη πολυπολιτισμικότητα και στο πολιτικά ορθό, αυτόματα βαφτίζεται «ρατσιστής» και «υπερασπιστής της θεωρίας των άκρων» και «λέει τα ίδια μ’ αυτά που λένε οι φασίστες». Και πραγματικά δεν μπορώ να δω πώς ακόμα και η ίδια η λογική του «κλείσε το στόμα σου γιατί αυτά που λες τα λένε οι δεξιοί» μπορεί να βοηθήσει σε κάτι τις ίδιες τις κοινωνικές ομάδες που υποτίθεται προστατεύουν οι συγκεκριμένοι (λες και τους όρισε κανείς προστάτη των μειονοτήτων). Δηλαδή σε κάθε μας κριτική θα πρέπει να βγαίνει εκτός το Ισλάμ γιατί αυτό «θίγει ευαίσθητες ομάδες». Άρα, οι μόνοι που τολμάνε και μιλάνε για «Ισλαμική βαρβαρότητα» είναι οι φασίστες. Εμείς όμως απαγορεύεται να τα λέμε αυτά στο φόβο μήπως μας αποκαλέσουν και εμάς «φασίστες». Όμως ο κόσμος βλάκας δεν είναι και δεν περιορίζει την κρίση του σε ιδεολογικά lifestyle σχηματάκια. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα: αν φανταστούμε μια Ευρώπη μεγαλογραφία του Αγ(ρ)ίου Παντελεήμωνα, όπου όλοι θα ξέρουμε πως η κατάσταση είναι μή βιώσιμη, αλλά θα φοβόμαστε να το πούμε μήπως μας αποκαλέσουν φασίστες. Οι μόνοι κερδισμένοι από αυτό θα είναι οι ίδιοι οι ακροδεξιοί που μιλάνε για ένα υπαρκτό πρόβλημα ενώ συναθροίζουν επιχειρήματα υπέρ της μισόξενης ατζέντας τους. Ο κόσμος θα στραφεί έτσι στην άκρα δεξιά καθώς όλοι οι άλλοι χώροι τον «πρόδωσαν». Το ίδιο ισχύει και για το Ισλάμ. Επιπλέον, δεν καταλαβαίνω πώς θα γίνει κριτική στον Ισλαμικό Κράτος ενώ έχουμε απαγορέψει κάθε κριτική στο Ισλάμ; Όπως δεν μπορώ να δω το Ισλαμικό Κράτος σε αντιδιαστολή με την Ισλαμική θρησκεία (προσοχή, δεν λέω ότι είναι απόλυτα ταυτισμένο με το παραδοσιακό Ισλάμ) έτσι δεν μπορώ να ασκήσω και κριτική στην ΕΣΣΔ δίχως να ασκήσω κριτική και στον Μαρξισμό, έτσι δεν μπορώ να ασκήσω κριτική στο ΔΝΤ δίχως να μιλήσω για τον νεοφιλελευθερισμό (οικονομικό φιλελευθερισμό και θετικισμό), έτσι δεν θα καταφέρω ποτέ να κατανοήσω τον μεσαίωνα αν τον δω σε αντιδιαστολή με τον Χριστιανισμό εν γένει… Άλλο πράγμα να θεωρώ τον μέσο μουσουλμάνο ως εχθρό μου και άλλο να στέκομαι κριτικά στην κοσμοθεωρία του Ισλάμ, ιδίως όταν αυτή ενσωματώνεται στην κοινωνική πρακτική των φανατικών.

    Επί της ουσίας, αναφορικά με το βίντεο που παραθέτει ο georgeP:
    Είναι όντως βίντεο σκληρής δεξιάς κοπής. Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι δεν μιλά για υπαρκτά προβλήματα. Επιμένω πως στον κόσμο των ιδεών δεν θα πρέπει να κοιτάμε αν αυτός που μιλάει είναι δεξιός, αναρχικός, αριστερός ή φιλελεύθερος, αλλά τι πραγματικά λέει. Διαφορετικά ενδέχεται αυτά που λέει να μην αφήνουμε να ακουστούν από την προκατειλημμένη ιδέα που έχουμε σχηματίσει στο μυαλό πως ότι και να πει θέλει να καταλήξει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αν όμως δούμε από άλλη σκοπιά το μήνυμα, τότε θα καταλάβουμε πως στην πραγματικότητα αυτό το politically correct δεν βοηθά κανένα, πόσο μάλλον τις «ευπαθής ομάδες». Γιατί; Διότι πολύ απλά με το να δίνουμε την εξουσία σε ένα μειονοτικό πρόσωπο δεν σημαίνει ότι αλλάζει και η ίδια η κοινωνία. Δηλαδή κάποτε πιστεύαμε πως η κοινωνία θα απελευθερωθεί από βαθιά ριζωμένες αντιδραστικές αντιλήψεις αν το αφεντικό μας είναι queer, αν ο χειρούργος μας είναι Κινέζος, αν ο δήμαρχός μας μουσουλμάνος, και τελικά αν ο πρόεδρός μας είναι μαύρος (βλ Ομπάμα). Πρέπει επιτέλους κάποτε να καταλάβουμε πως η αλλαγή της εξουσίας δεν σημαίνει και αλλαγή της κοινωνίας. Αυτό ισχύει και για τις μειονότητες πρώτα απ’ όλα. Μετά τη νίκη του Ομπάμα πανηγύριζε όλος ο πολιτικά ορθός κόσμος της δύσης. Όμως επειδή μάτια έχουμε και διαβάζουμε, επί Ομπάμα μια χαρά είδαμε ταραχές στο Ferguson, επί Ομπάμα μια χαρά μάθαμε για πως οι δολοφονίες Αφροαμερικανών στις ΗΠΑ υπερπολλαπλασιάστηκαν μέσα σε 5 χρόνια, όχι επί Μπους και Κλίντον. Επί Ομπάμα συνεχίζουν οι Αφροαμερικανοί να αντιμετωπίζονται ως οι παρείσακτοι της κοινωνίας. Όπως και η αλλαγή της εξουσίας στην Ελλάδα με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν οδήγησε σε αλλαγή της κοινωνίας, έτσι και παντού, το να δώσουμε μια παραπάνω εξουσία (διοικητική, πολιτική, εταιρική, κοκ) σε έναν μειονοτικό δεν συνεπάγεται και αλλαγή της κοινωνίας εν γένει. Άρα, το πολιτικά ορθό στην ουσία δεν οδηγεί πουθενά, παρά στο να επιβάλει μια ψευδή εικόνα για το κοινωνικό πράττειν, δίνοντας περισσότερο πάτημα στους ακροδεξιούς να βγαίνουν και να λένε την αλήθεια που κανείς δεν θέλει να πει, ενώ όμως συναθροίζουν έναν δικό τους λόγο, οδηγώντας τα πράγματα εκεί που δεν θέλουμε. Και μετά καταλήγουμε μέσα στην απογοήτευσή μας να κράζουμε την κοινωνία ελιτίστικα, πως είναι ένας «βόθρος με σκατά»!!! Αυτό συνέβαινε λοιπόν τόσα χρόνια στις ΗΠΑ, και για αυτό ο Τραμπ τώρα έχει καταστεί φαβορί. Συνεπώς, η απάντηση στο ερώτημα «αξίζει να κρατήσουμε ουδέτερη στάση στο νεοφιλελευθερισμό, προκειμένου να μη θυσιάσουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα μαζί με τη δικτατορία των αγορών» έχει ήδη δοθεί. Δεν σημαίνει πρακτικά κάτι αυτό το καθεστώς και δεν μπορεί να υποσχεθεί περισσότερα για κανέναν, ούτε για τους μειονοτικούς ούτε για τους υπόλοιπους. Πέρα τούτου, στόχος μιας καθαρά χειραφετησιακής πολιτικής δεν είναι η συντήρηση του ίδιου του καθεστώτος ανισότητας (γιατί αυτό κάνει ο πολιτικά ορθός κόσμος όταν δίνει μια εξουσία σε συγκεκριμένα μειονοτικά άτομα, ενώ αγνοεί ότι η πλειοψηφία αυτών των ατόμων δεν αλλάζει ριζικά με τέτοια τεχνάσματα). Η πολιτική ορθότητα κρατά μονάχα τον προσχηματικό της χαρακτήρα και πολλές φορές στρέφεται ενάντια στην ίδια την κοινωνία, ενώ την ίδια στιγμή δίνει μια ψευδή εντύπωση στους μειονοτικούς πως κάποιοι εκεί έξω νοιάζοντα για τα «δικαιώματα» τους. Η χειραφέτηση όμως δεν κερδίζεται με ημίμετρα. Ή τη διεκδικείς με το ξίφος ή γίνεσαι σκλάβος.

  4. Παράθεμα: Για το Βρετανικό δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου – #Brexit και #Bremain… « απέραντο γαλάζιο

  5. Παράθεμα: Για το Βρετανικό δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου – #Brexit και #Bremain | Ώρα Κοινής Ανησυχίας

  6. Παράθεμα: Για το Βρετανικό δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου – #Brexit και #Bremain | ResPublica

Σχολιάστε